agency,Ιστορία,Μετα-αποικιακές σπουδές,Οικονομία,Πολιτική,έξοδος,αποικιοκρατία,νεωτερικότητα,νομαδισμός

Οθωμανικές γενεαλογίες του κυπριακού «όχι»

του Άκη Γαβριηλίδη

H απόρριψη του πλάνου της Ευρωομάδας για κούρεμα των καταθέσεων σε κυπριακές τράπεζες από τη βουλή της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί ένα γεγονός με τεράστιες και ανυπολόγιστες ακόμη συνέπειες. Δεν αναφέρομαι σε οικονομικές, αλλά σε πολιτικές συνέπειες, ή μάλλον, ακριβώς, στη βασική εξόχως πολιτική συνέπεια ότι, με το συμβάν αυτό, η πολιτική ξαναδιεκδίκησε τα δικαιώματά της από την «οικονομία». Την οικο-νομία νοούμενη ως management, ως ένα σύνολο τεχνικών διαχείρισης ανθρώπων και πραγμάτων, επί του οποίου δεν τίθεται ζήτημα διαφωνίας (mésentente), αντιπαράθεσης και ανταγωνισμού· τίθεται μόνο ζήτημα επιστημονικής γνώσης και εφαρμογής της. Για την επιστημονική γνώση, ως γνωστόν, το πράγμα «είναι έτσι»· δεν ενδέχεται άλλως έχειν.

Η πολιτική, από την άλλη, είναι αυτό που διακόπτει, αυτό που έρχεται από κει που δεν το περιμένουμε[1].

Όταν σου έρχεται κάτι από κει που δεν το περιμένεις, είναι αναμενόμενο ότι προσπαθείς να το σκεφτείς με βάση αυτά που ήδη ξέρεις, να αναζητήσεις προηγούμενα. Στην περίπτωσή μας, οι συνειρμοί έμοιαζαν τόσο κραυγαλέοι και αυτονόητοι που όλοι έσπευσαν να τους κάνουν –με πρώτο και καλύτερο τον κ. Γιώργο Νταλάρα: πριν από ούτε δέκα χρόνια, στην Κύπρο υπήρξε ένα άλλο αρνητικό αποτέλεσμα σε ψηφοφορία, το οποίο είχε θεωρηθεί ως ηρωική αντίσταση στα απειλητικά σχέδια των ξένων –η απόρριψη του σχεδίου των Ηνωμένων Εθνών για λύση του πολιτικού προβλήματος του νησιού. Μια απόρριψη που έγινε στο όνομα της επιθυμίας όσων παρέλαβαν κράτος και δεν ήθελαν να παραδώσουν κοινότητα.

Στο παρόν κείμενο επιθυμώ να αμφισβητήσω αυτή την αυτονόητη σύνδεση και να προσπαθήσω να επινοήσω μία άλλη γενεαλογία του συμβάντος, η οποία έρχεται από πολύ παλιότερα. Σε αντίθεση με τους αυτόματους συνειρμούς περί ηνωμένων εθνών, θεωρώ ότι υπάρχει μία εναλλακτική, παλιότερη και ξεχασμένη πλέον τεχνογνωσία, ένα άλλο ρεύμα το οποίο εκβάλλει σε αυτή την τωρινή άρνηση και την καθορίζει. Μία τεχνογνωσία που έχει σχέση με τη λογική τού πλήθους και της αυτοκρατορίας, και όχι με τη λογική του λαού και της εθνικής κυριαρχίας.

Για να εξηγήσω ποια είναι αυτή, θα χρειαστεί να παραθέσω ένα εκτενές απόσπασμα από μία πρόσφατα δημοσιευμένη επιστημονική έρευνα. Πρόκειται για τη διατριβή του Κύπριου ιστορικού Αντώνη Χατζηκυριάκου με τίτλο Κοινωνία και οικονομία σε ένα οθωμανικό νησί: η Κύπρος στο δέκατο όγδοο αιώνα.

Η διοικητική αλλαγή συχνά ερχόταν ως αντίδοτο σε τοπικές κοινωνικές και οικονομικές πιέσεις, ιδίως τη μείωση του πληθυσμού, οι οποίες απειλούσαν την οικονομική βιωσιμότητα της επαρχίας και έθεταν όρια στην απόσπαση εισοδήματος. Τα έτη 1706, 1721, 1751, 1761, 1765, 1784, 1807 και 1812, οι Οθωμανικές πηγές αναφέρουν μείωση του πληθυσμού ή άλλους κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες (…), ο συνδυασμός των οποίων ήταν αρκετά σοβαρός ώστε να καταστήσει αδύνατη την πλήρη καταβολή των φόρων. Κάθε φορά, επρόκειτο για τη φυγή των αγροτών, οι οποίοι πήγαιναν στις ακτές της Συρίας και της Ανατολίας. Τα κίνητρα για επιστροφή των μεταναστών κυμαίνονταν από πλήρη φοροαπαλλαγή για ορισμένα χρόνια, σημαντικές μειώσεις αρκετών φόρων για το σύνολο του νησιού, μέχρι τη μείωση του συνολικού αριθμού των φορολογούμενων.

Η μετανάστευση είναι ένας πολύ γνωστός μοχλός που χρησιμοποιούσαν οι αγρότες ενάντια στην επαχθή φορολόγηση ή τις καταχρήσεις, ο οποίος έστελνε ένα σαφές μήνυμα στην πρωτεύουσα. Ήταν ένα επικοινωνιακό εργαλείο που μετέφερε την εικόνα για το πόσο επείγουσα ήταν η κατάσταση, στο οποίο η πρωτεύουσα έσπευδε να αντιδράσει για να προστατεύσει τις προοπτικές της για εξαγωγή πλεονάσματος. Είναι πολύ γνωστό ότι οι συχνές εκκλήσεις για μετανάστευση συνιστούσαν ένα διαπραγματευτικό εργαλείο το οποίο συχνά δεν ανταποκρινόταν την πραγματικότητα. Οι πηγές (…) μας επιτρέπουν να δεχθούμε με κάποια βεβαιότητα ότι οι συγκεκριμένες περιπτώσεις ήταν αρκετά σοβαρές. Για παράδειγμα, οι εντολές αυτές [από την πρωτεύουσα] στέλνονταν και στις περιοχές προς τις οποίες μετανάστευαν οι Κύπριοι.

Η συχνότητα των μεταναστεύσεων αποκαλύπτει μία άλλη δυναμική, που συνδέεται με το χώρο και τις υλικές συνθήκες. Αν η Κύπρος ήταν ένας νησιωτικός χώρος περίκλειστος από νερό που μπορούσε να παρακολουθηθεί στενά από τοπικά οικονομικά, δημοσιονομικά και διοικητικά δίκτυα, ταυτόχρονα η χρήση της θάλασσας προς μετανάστευση σε γειτονικές παράκτιες περιοχές σήμαινε ότι, από την άποψη του τοπικού πληθυσμού, η λύση αυτή ήταν προσιτή και έστελνε ένα ισχυρό μήνυμα[2].

 

Το 1706, το 1721, το 1751 και όλες τις άλλες χρονολογίες, οι Κύπριοι –κάποιοι Κύπριοι- βρίσκονταν, όπως και τώρα, αντιμέτωποι με την απαίτηση της πρωτεύουσας μιας αυτοκρατορίας να τους φορολογήσει κατά τρόπο που υπερέβαινε τις δυνάμεις τους και τη βιωσιμότητα της οικονομίας και της κοινωνίας τους[3]. Τότε, τι έκαναν; Απλώς, έφευγαν. Έφευγαν, όμως, όχι από δειλία ή από πανικό, αλλά από στρατηγικό υπολογισμό. Το επίθετο στρατηγικός εδώ δεν πρέπει να νοηθεί ως αντιδιαστολή προς τον τακτικό υπολογισμό· ουσιαστικά είναι το ίδιο: πρόκειται για τη μη-στρατηγική στρατηγική που προσιδιάζει στη νομαδική πολεμική μηχανή και όχι στον τακτικό εθνικό στρατό.

Για την ευρωκεντρική/ φαλλογοκεντρική οπτική με την οποία έχουμε μάθει τους τελευταίους δύο αιώνες να διαβάζουμε την πολιτική ως συνέχεια του πολέμου, (ή/ και το αντίστροφο), η φυγή είναι ανεπανόρθωτα ταυτισμένη με την ήττα, το όνειδος, την αν-ανδρία, την εγκατάλειψη του ιερού πάτριου εδάφους στον «εχθρό». Όπως εξάλλου και η μετανάστευση, για τους ίδιους λόγους[4]. Ωστόσο, για την αρχαία σοφία που κουβαλάει μέσα της η διαπραγματευτική τακτική τού «κοινού των Κυπρίων» απέναντι στις νέες υπερβολικές φορολογικές απαιτήσεις μιας πρωτεύουσας, η φυγή, η έξοδος, δεν είναι ο τερματισμός του ανταγωνισμού, αλλά απλώς ένα εργαλείο για τη συνέχισή του, ή απλώς για τη διεξαγωγή του. Το απλό όχι της βουλής χωρίς «εναλλακτική πρόταση», και, ακόμα περισσότερο, το ταξίδι του υπουργού εμπορίου στη Μόσχα, δεν είναι καθόλου μια επανέκδοση της ηρωικής θυσίας με την οποία τόσο εκστασιάζεται η εθνική μυθολογία, μια νέα μορφή της ομαδικής αυτοκτονίας αγωνιστών, γυναικών, ανδρών ή/ και παιδιών, για να μην πέσουν στα χέρια του εχθρού· είναι η προέκταση της τόσο αρχαίας –και τόσο σύγχρονης- γνώσης ότι ενίοτε, αν όχι πάντα, η απεδαφικοποίηση συνιστά πιο ισχυρό όπλο από την εδαφικοποίηση.

Η ιδέα ενός «μετασχηματισμού» του κράτους μοιάζει αρκετά δυτική. Παραμένει το γεγονός ότι η άλλη ιδέα, η ιδέα μιας «καταστροφής» του κράτους, παραπέμπει πολύ περισσότερο στην Ανατολή, και στις συνθήκες μιας νομαδικής πολεμικής μηχανής. Όσο και αν παρουσιάζουμε τις δύο αυτές ιδέες ως διαδοχικές φάσεις μιας επανάστασης, είναι πολύ διαφορετικές και δύσκολα συμβιβάζονται, συνοψίζουν δε την αντίθεση μεταξύ σοσιαλιστικών και αναρχικών ρευμάτων του 19ου αιώνα. Το δυτικό προλεταριάτο το ίδιο θεωρείται από δύο οπτικές γωνίες: καθόσον πρέπει να κατακτήσει την εξουσία και να μετασχηματίσει τον κρατικό μηχανισμό, πρόκειται για την οπτική μιας δύναμης εργασίας, αλλά, καθόσον θέλει ή θα ήθελε μία καταστροφή του κράτους, πρόκειται για την οπτική μιας δύναμης αποεδαφικοποίησης. Ακόμα και ο Μαρξ ορίζει τον προλετάριο όχι μόνο ως αλλοτριωμένο (εργασία), αλλά ως αποεδαφικοποιημένο. Ο προλετάριος, από αυτή την τελευταία άποψη, εμφανίζεται ως ο κληρονόμος του νομάδα μέσα στον δυτικό κόσμο. Και όχι μόνο πολλοί αναρχικοί επικαλούνται νομαδικά θέματα φερμένα από την Ανατολή, αλλά κυρίως η αστική τάξη του 19ου αιώνα πρόθυμα ταυτίζει προλετάριους και νομάδες, και εξομοιώνει το Παρίσι με μια πόλη στοιχειωμένη από τους νομάδες[5].

Το μπλοκάρισμα της νεοφιλελεύθερου ευρωπαϊκού σχεδίου (το οποίο άλλωστε και αυτό αρχίζει όλο και περισσότερο να μοιάζει με μη-σχέδιο), ένα μπλοκάρισμα έστω στιγμιαίο –αλλά κάθε μπλοκάρισμα εξ ορισμού μόνο στιγμιαίο μπορεί να είναι-, χωρίς κάποια ιδέα «μετασχηματισμού» του, χωρίς «πλάνο Β», αυτό το ξερό «I would prefer not to» το αντάξιο του γραφιά Μπάρτλμπυ από το ομώνυμο διήγημα του Χέρμαν Μέλβιλ, πρέπει να διαβαστεί σε αυτή τη γενεαλογία των «νομαδικών θεμάτων των φερμένων από την Ανατολή», που συνεχίζουν να στοιχειώνουν το Παρίσι, τη Νέα Υόρκη, τις Βρυξέλλες, τη Λισαβόνα … Και επίσης, βέβαια, να διαβαστεί σε συνάρτηση με μια σειρά άλλες αρνήσεις, εξόδους, μπλοκαρίσματα, απεδαφικοποιήσεις, που ξεπήδησαν τα τελευταία δύο-τρία χρόνια στις πρωτεύουσες –αλλά και στις δευτερεύουσες, τριτεύουσες κ.ο.κ.- μια σειράς από άλλα, σημερινά μετα-αποικιακά έθνη-κράτη, τα οποία τις ίδιες αυτές χρονολογίες που αναφέρθηκαν παραπάνω, και πολύ αργότερα, ως εκ θαύματος αποτελούσαν και αυτά μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: της Τυνησίας, της Αιγύπτου, της Λιβύης, της Συρίας και της Υεμένης. Μια σειρά από απεδαφικοποιήσεις οι οποίες επίσης είχαν μία διαφορετική σχέση με «το χώρο και τις υλικές συνθήκες»: αξιοποιούσαν, ανάλογα με την περίσταση, άλλοτε τη θάλασσα όπως οι Κύπριοι, άλλοτε την έρημο, άλλοτε τις πλατείες των μεγαλουπόλεων, (εγκαθιστώντας εκεί με μαζικό τρόπο το πιο χαρακτηριστικό σύμβολο του νομάδα: το αντίσκηνο), αλλά πάντοτε λείους και όχι πτυχωμένους χώρους.

Αν θέλουμε να σκεφτούμε αυτό το μπλοκάρισμα και να δουλέψουμε μαζί του, νομίζω ότι πρέπει να ξανασυνδεθούμε με αυτή τη διάσταση, την οποία η παραδοσιακή αριστερά του «εθνικού/ κοινωνικού κράτους» και της λαϊκής κυριαρχίας δεν έχει τα μέσα για να διαβάσει, και να προσπαθήσουμε όσο αντέχουμε να αφεθούμε σε αυτήν και να ακολουθήσουμε τη γραμμή φυγής της. Καλό θα μας κάνει. Τουλάχιστον, ίσως καταφέρει να μας ξαναθυμίσει ότι

δεν μπορούμε να καταλάβουμε την κοινωνική αλλαγή και την αυτενέργεια των ανθρώπων εάν τους βλέπουμε ως πάντοτε εμπλεγμένους στον έλεγχο και ρυθμισμένους από αυτόν. Μπορούμε να καταλάβουμε το σχηματισμό της εξουσίας μόνο από την προοπτική των ανθρώπων που ξεφεύγουν, και όχι το αντίστροφο. Η απόδραση, η φυγή, η ανατροπή, η άρνηση, η λιποταξία, η δολιοφθορά των ανθρώπων, ή απλώς οι πράξεις τους που λαμβάνουν χώρα πέρα ή ανεξάρτητα από υφιστάμενες πολιτικές δομές εξουσίας, υποχρεώνουν την κυριαρχία να ανταποκριθεί στη νέα κατάσταση που δημιουργούν οι άνθρωποι ξεφεύγοντας, και έτσι να αναδιοργανωθεί. Η κυριαρχία εκδηλώνεται ως αντίδραση στη φυγή. Οι άνθρωποι δεν ξεφεύγουν από τον έλεγχό της. Οι άνθρωποι απλώς ξεφεύγουν. Ο έλεγχος είναι μία πολιτιστική-πολιτική επινόηση που έρχεται μετά για να τιθασεύσει και ενδεχομένως να ιδιοποιηθεί την απόδραση των ανθρώπων[6].


[1] «Η πολιτική είναι αυτό που διακόπτει το παιχνίδι των κοινωνιολογικών ταυτοτήτων. Το 19ο αιώνα, οι επαναστάτες εργάτες των οποίων τα γραπτά μελέτησα έλεγαν:

‘Δεν είμαστε τάξη’.

Οι αστοί τούς προσδιόριζαν ως μια επικίνδυνη τάξη. Αλλά γι’ αυτούς, ο ταξικός αγώνας ήταν ο αγώνας για να μην αποτελούν πλέον τάξη, ο αγώνας για να βγουν από την τάξη και από τη θέση που προέβλεπε γι’ αυτούς η υπάρχουσα τάξη πραγμάτων …» (Jacques Rancière, «Le plaisir de la métamorphose politique», συνέντευξη –μαζί με την Judith Revel- στη Libération, 24 Μαΐου 2008).

[2] Antonis Hadjikyriacou, Society and Economy on an Ottoman Island: Cyprus in the Eighteenth Century, PhD Thesis, School of Oriental and African Studies, University of London, October 2010, σ. 132-3· δική μου απόδοση

[3] Η ενότητα από την εργασία του Χατζηκυριάκου όπου απαντά το παραπάνω απόσπασμα έχει ακριβώς τον τίτλο «Cycles of (un)sustainability».

[4] Βλ. και Sandro Mezzadra, Diritto di fuga. Migrazioni, cittadinanaza, globalizzazione, Ombre Corte, Verona 2001, σ. 7.

[5] Gilles Deleuze/ Félix Guattari, Mille Plateaux, Éd. de Minuit, Paris 1980, σ. 478.

[6] Dimitris Papadopoulos, Niamh Stephenson, and Vassilis Tsianos, Escape Routes. Control and Subversion in the 21st Century, Pluto Press, London – Ann Arbor 2008, σ. 43.

Κλασσικό

7 σκέψεις σχετικά με το “Οθωμανικές γενεαλογίες του κυπριακού «όχι»

  1. Ο/Η Πάνος Κ. λέει:

    Πολύ ωραίο Άκη.
    Να προσθέσω ακόμα πως ο έλεγχος πολλές φορές είναι προληπτικός/ speculative, λειτουργεί όχι απλά ως αντίδραση στη φυγή που έχει συμβεί, αλλά και στην πιθανότητας φυγής ή και ακόμα ως δικαιολογία αποτροπής της πιθανότητας φυγής. Εκτός άλλων μου έρχεται στο μυαλό λόγω της προσέγγισής σου ένα ωραίο και κάπως σχετικό άρθρο του Brian Massumi που λέγεται The future Birth of the affactive fact: The political Ontology of Threat.

    Μου αρέσει!

  2. Ο/Η Argyris λέει:

    Exairetiko arthro! Bravo, Aki! Kano kai tous parallilismous me tin palai pote anatoliki Germania lla kai me tin maziki fygi apo tin Ellada tou simera kai tis prosarmoges pou kanei poly eskemmena i exousia stin Ellada, sygkekrimena i forologiki exousia gia synechisi tis kyriarchias tis epi tona nthropon akomi kai meta tin apedafikopoiisi…
    Argyris P.

    Μου αρέσει!

  3. Παράθεμα: για τις οθωμανικές γενεολογίες του κυπριακού όχι » sufired

  4. Ο/Η Σπύρος Σκαμνέλος λέει:

    Ενδιαφέρον το ερμηνευτικό σχήμα του κειμένου, μόνο που δε βλέπω πώς εφαρμόζεται στο υπό ερμηνεία γεγονός. Εξηγούμαι: Οι Κύπριοι του 18ου αιώνα (και όταν λέμε εδώ «οι Κύπριοι», εννοούμε φτωχούς αγρότες, σχεδόν ακτήμονες) είχαν αναπτύξει τη στρατηγική της μετανάστευσης, ως αντίδραση στην αυθαίρετη υπερφορολόγηση, που επιχειρούσε να τους επιβάλει μια προνεωτερική Αυτοκρατορία. Σήμερα βλέπουμε τους Κύπριους του 21ου αιώνα (και όταν λέμε εδώ «οι Κύπριοι», αυτή τη φορά δεν εννούμε μόνο τους «αποκάτω») να αντιδρούν απέναντι στην εξίσου αυθαίρετη δήμευση των καταθέσεών τους, που επιχειρεί να τους επιβάλει μια μετανεωτερική Αυτοκρατορία. Σε αντίθεση με τους προγόνους τους, οι σημερινοί Κύπριοι δε μπορούν πλέον να περιγραφούν με όρους ακτημόνων/ημιακτημόνων χωρικών. Δε βλέπω πώς μπορεί μια στρατηγική αποεδαφοποίησης να εφαρμοστεί από έναν πληθυσμό μικροϊδιοκτητών, που συχνά δεν είναι και τόσο μικροί, άλλωστε.

    Rebus sic stantibus, στην αντίδραση των Κυπρίων απέναντι στην απόφαση του Eurogroup διαβλέπω μάλλον μια τάση εδαφοποίησης. Μετά την απόφαση του Eurogroup, η Κύπρος δε μπορεί πλέον να διατηρήσει το «αποικιακό» καθεστώς του offshore φορολογικού παραδείσου, το οποίο είχε στήσει τα τελευταία 30 χρόνια. Δε μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί ως αποεδαφοποιημένo καταφύγιο για το «νομαδικό κεφάλαιο». Δε μπορεί πλέον να λειτουργήσει ως υπόλειμμα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, όπως έπραττε από της συμφωνίες της Ζυρίχης και μετά. Επιπλέον, μετά την απόφαση του Eurogroup, η Κύπρος δε μπορεί να λειτουργήσει ως φαντασιακό παράρτημα του ελληνικού Έθνους. Σε αντίθεση με το ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν, που έγινε υπό την αιγίδα της ελληνικής σημαίας, το ΟΧΙ στην απόφαση του Eurogroup έγινε υπό την αιγίδα της κυπριακής σημαίας. Οι Κύπριοι δεν αντέδρασαν ως πρώην υπήκοοι της βασίλισσας, ούτε ως παρολίγον πολίτες της Ελλάδας. Για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία τους, αντέδρασαν ως πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Με άλλα λόγια, για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία τους, αντέδρασαν με βάση το σχήμα Λαός/εθνική κυριαρχία.

    Μου αρέσει!

    • Καταρχάς, ευχαριστούμε τον κ. Σκαμνέλο για αυτή την ψύχραιμη και γόνιμη συμβολή.
      Κατά δεύτερον: το εννοιολογικό πλαίσιο που επικαλείται το δημοσίευμα δεν προορίζεται ακριβώς να «εφαρμοστεί» στο γεγονός. Είναι κάτι που κατατίθεται, ως μία γραμμή σκέψης η οποία απουσιάζει τελείως από τις συζητήσεις και νομίζουμε ότι θα άξιζε να σταθεί δίπλα στις άλλες.
      Από κει και πέρα,
      α) κατά την ίδια ανάλυση του Χατζηκυριάκου, οι Κύπριοι το 17ο και το 18ο αιώνα, και ειδικότερα αυτοί που μετανάστευαν, δεν ήταν μόνο οι «από κάτω» και οι ακτήμονες (όπως ακριβώς συμβαίνει και με τους σημερινούς μετανάστες, οι οποίοι κατά κανόνα δεν είναι οι πλήρως εξαθλιωμένοι των χωρών τους, αλλά αυτοί που είναι εξαθλιωμένοι αλλά μπορούν να κινητοποιήσουν κάποιους πόρους για να κάνουν το ταξίδι).
      β) Η τάση εδαφικοποίησης ασφαλώς συνυπάρχει σχεδόν πάντα με την αντίθετη τάση, ή μάλλον δεν «συνυπάρχει» ακριβώς με μια διαλεκτική έννοια, αλλά συνοδεύεται από αυτήν, τη σέρνει από πίσω της ή/ και σέρνεται απ’ αυτή.
      Η αναλογία που βρήκα εγώ ανάμεσα στην ιδέα της απεδαφικοποίησης και στην αντίδραση του κυπριακού κράτους και της κυπριακής κοινωνίας, ήταν το γεγονός ότι η αντίδραση αυτή ενείχε μια υγιή προσπάθεια να πούμε όχι και να πάμε να ψάξουμε αλλού, (εμβληματικά: ΟΧΙ της βουλής και ταξίδι του υπουργού στη Μόσχα), σε κραυγαλέα αντίθεση με τη στάση του ελληνικού κράτους, το οποίο τρία χρόνια τώρα δεν τολμάει πέφτει μεγαλοπρεπώς στην παγίδα του εκβιασμού και του μονόδρομου. Κατά μία έννοια, το άρθρο αυτό είναι προέκταση ενός παλιότερου που είχα γράψει τότε για την ελληνική περίπτωση (http://wp.me/p1eY1R-dL).
      Ένα επιπλέον στοιχείο που εντάσσεται στην τάση αυτή, και το οποίο δεν είχα υπόψη μου όταν έγραφα το αρχικό άρθρο, ήταν η αναγγελία του ΑΚΕΛ ότι θα μελετήσει το ενδεχόμενο εξόδου της Κύπρου από το ευρώ και τις συνέπειές της.

      Μου αρέσει!

  5. Ο/Η Σπύρος Σκαμνέλος λέει:

    Ευχαριστώ κι εγώ τον κ. Γαβριηλίδη για τις χρήσιμες και διαφωτιστικές διευκρινίσεις του.

    Αναφορικά με το (α), που έχει πιο πολύ να κάνει με το θέμα της ιστορικής ακρίβειας, δεν έχω λόγους να διαφωνήσω. Ασφαλώς και δεν είναι μόνο (ή έστω και κατά κύριο λόγο) οι stricto sensu ακτήμονες αυτοί που μεταναστεύουν. Θα πρότεινα μάλιστα κι άλλη μία ιστορική αναλογία, πολύ ευρύτερης κλίμακας αυτή τη φορά. Θα πρότεινα να ρίξουμε μια ματιά στο φαινόμενο της ἀναχωρήσεως, που έλαβε μαζικές διαστάσεις κατά τον 3ο-4ο αιώνα μ.Χ. στην ευρύτερη λεκάνη της Μεσογείου, φαινόμενο που στην ουσία σηματοδοτεί το τέλος του αρχαίου κόσμου (ή του αρχαίου τρόπου παραγωγής, όπως θα έλεγαν κάποιοι), ήδη πριν τις βαρβαρικές επιδρομές. Αυτό που υπονόμευσε το σύστημα ήταν η ἀναχώρησις όχι τόσο των stricto sensu ακτημόνων, αλλά κυρίως των ημιακτημόνων, για τους οποίους η κατοχή ενός μικρού κλήρου είχε καταντήσει πλέον ασύμφορη. [Δε με συμφέρει πλέον να ‘μαι δεμένος με το χωραφάκι μου και να πληρώνω φόρους. Καλύτερα να πάρω των ομματιών μου να γλιτώσω τουλάχιστον απ’ τους φοροεισπράκτορες -κι όπου με βγάλει η άκρη…]

    Αναφορικά με το (β), η διαφωνία μας είναι κυρίως θέμα έμφασης -ή και ορολογίας ακόμα. Προφανώς και το ΟΧΙ των Κυπρίων έχει κάτι από το «I would prefer not to» του γραφιά Μπάρτλμπυ από το διήγημα του Μέλβιλ, ή από το κοντινότερο σε μας «θα πάω κι ας μου βγει και σε κακό» από το στίχο του Παπάζογλου. Προφανώς και δεν υπήρχε plan B, αν με αυτό εννοούμε την καβάτζα μιας αξιόπιστης εναλλακτικής (π.χ. αντίστοιχου ύψους βοήθεια από τη Μόσχα). Αν, επί του προκειμένου, «απεδαφοποίηση» σημαίνει διακινδύνευση, ενώ «εδαφοποίηση» σημαίνει την αποδοχή του plan A, (ή, εναλλακτικά, την ενεργοποίηση ενός plan B με χαμηλό ρίσκο) τότε πράγματι θα πρέπει να μιλάμε για «απεδαφοποίηση». Είναι θέμα ορολογίας τελικά.
    Από την άλλη μεριά όμως εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω πώς το ΟΧΙ των Κυπρίων μπορεί να ενταχθεί στο σχήμα πλήθος/Αυτοκρατορία. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι είναι πολύ πιο γόνιμο να σκεφτούμε ότι για πρώτη φορά οι Κύπριοι αντέδρασαν με βάση το παλιό καλό σχήμα Λαός/εθνική κυριαρχία. Τους λόγους νομίζω ότι τους έχω εξηγήσει επαρκώς. Από κει και πέρα, επιτρέψτε μου ν’ αποτολμήσω μια πρόβλεψη: Το σχήμα πλήθος/Αυτοκρατορία θα το δούμε να εκτυλίσσεται στην Κύπρο αν υλοποιηθεί και εκεί το ευρωπαϊκό σχέδιο (που όντως μοιάζει ολοένα και περισσότερο με μη-σχέδιο). Τότε είναι που θα δούμε «απεδαφοποίηση» -κοινώς μετανάστευση- χιλιάδων ανθρώπων, καθώς κι έναν απίστευτο κλεφτοπόλεμο κεφαλαίων, μικρών και μεγάλων.

    Υ.Γ.: Δεν είναι μόνο το ΑΚΕΛ που βγήκε -με χαρακτηριστική καθυστέρηση- και δήλωσε ότι θα μελετήσει το ενδεχόμενο εξόδου της Κύπρου από το ευρώ και τις συνέπειές της. Στο ίδιο μήκος κύματος είχε βγει νωρίτερα ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, αμέσως μετά το άκουσμα της αρχικής απόφασης του Eurogroup. Αν οι εξελίξεις αυτές δεν εντάσσονται στο σχήμα Λαός/εθνική κυριαρχία, τότε θα πρέπει μάλλον να πάσχω από βαριά μορφή φαλλογοκεντρικής τύφλωσης.

    Μου αρέσει!

  6. Ακόμη και αν «για πρώτη φορά οι Κύπριοι αντέδρασαν με βάση το παλιό καλό σχήμα Λαός/εθνική κυριαρχία», αξίζει να παρατηρήσουμε ότι αυτός ο λαός εδώ ΔΕΝ είναι ο ελληνικός, αλλά ο κυπριακός.
    Το ευρωπαϊκό σχέδιο ασφαλώς και είναι μη σχέδιο. Είναι διαχείριση, management -δηλαδή λήψη ad hoc αποφάσεων σε έναν τομέα για τον οποίο δεν υπάρχουν εκ των προτέρων καθορισμένες καθηκοντολογίες. Ή, είναι δράση επί δράσεων.
    Αυτό δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό. Έτσι οφείλει να είναι και η δική μας δράση.
    Σε κάθε δράση βέβαια [είναι δυνατό να] υπάρχει τόσο η τάση της εδαφικοποίησης, όσο και η αντίθετή της, της απεδαφικοποίησης (που δεν είναι ακριβώς «αντίθετή της», αλλά χρησιμοποιώ την έκφραση χάριν ευκολίας).
    Το πού «εντάσσεται» μία δράση, είναι αστάθμητο, ίσως ζήτημα οπτικής γωνίας. Πάντως το (μόνο) κριτήριο δεν είναι τι πιστεύουν ή πώς σκέφτονται αυτοί που δρουν. Ένα σημαντικό κριτήριο είναι και ο χαρακτήρας τον οποίο ενδεχομένως παίρνει ή τα αποτελέσματα που φέρνει η δράση τους χωρίς αυτοί να το επιδιώκουν ή να το έχουν σκεφτεί.

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.